Η αφίσα, ως οπτικό µέσο επικοινωνίας, γεννήθηκε το 1846 στο Παρίσι, όταν ο ζωγράφος Paul Baudry µε τη συνεργασία του λιθογράφου Rouchon κυκλοφόρησαν την πρώτη χρονολογημένη και υπογεγραμμένη αφίσα για το κατάστημα ενδυμάτων «Au Roi de Prusse». Έτσι, από το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα, η αφίσα λόγω της πολλαπλότητάς της, αλλά και της ευρείας διασποράς της, καθιερώνεται ως µέσο επικοινωνίας, προβολής και πληροφόρησης για διάφορα επίκαιρα θέµατα, ενδιαφέροντα γεγονότα ή νέα προϊόντα. Η μεγάλη διάδοση της αφίσας ως µέσο προβολής, αναγκάζει τους διάφορους φορείς και επαγγελματίες να συντονιστούν µε τις σύγχρονες για την κάθε εποχή εικαστικές εκφράσεις και αντιλήψεις, ώστε να αναθέτουν τη φιλοτέχνηση των αφισών τους σε πρωτοπόρους εικαστικούς δημιουργούς. Ο Manet, ο Daumier, ο Bonnard και οToulouse Lautrec είναι από τους πρώτους που ανταποκρίνονται στο κάλεσμα αυτό, δημιουργώντας αριστουργηματικές αφίσες.
Στην Ελλάδα, οι πρώτες επαγγελματικές αφίσες εμφανίζονται τη δεκαετία 1910-1920, φιλοτεχνημένες από το καλλιτεχνικό τμήμα της διαφημιστικής εταιρίας GEO που διηύθυνε ο ζωγράφος και χαράκτης Άγγελος Θεοδωρόπουλος, από το επιτελείο της οποίας πέρασαν πολλοί γνωστοί εικαστικοί δηµιουργοί όπως ο Περικλής Βυζάντιος, ο Νίκος Λύτρας, ο Όθων Περβολαράκης, ο Μιχάλης Παπαγεωργίου (Doris), ο Παύλος Μαθιόπουλος κ.ά. Ο συνδυασμός των ταλαντούχων καλλιτεχνών και της ανάπτυξης και τελειοποίησης των μέσων αναπαραγωγής (χαρτί, λιθογραφία, εκτύπωση) οδηγεί στην αισθητική εξέλιξη της αφίσας την περίοδο του Μεσοπολέμου αλλά και στη χρησιµοποίησή της σε ευρύτερο φάσµα επικοινωνίας (εκλογές, προπαγάνδα, καλλιτεχνικά γεγονότα κ.λπ.). Με την κήρυξη του πολέμου το 1940, το Υπουργείο Τύπου αναθέτει στο Εργαστήρι Χαρακτικής της Α.Σ.Κ.Τ., που διηύθυνε ο Γιάννης Κεφαλληνός, τη φιλοτέχνηση µιας σειράς αφισών πατριωτικού περιεχομένου για την τόνωση του φρονήματος των Ελλήνων ενάντια στους Ιταλούς εισβολείς. Ο Α. Τάσσος, η Βάσω Κατράκη, ο Κώστας Γραµµατόπουλος, ο Γιώργος Γουναρόπουλος και η Λουκία Μαγγιώρου αναλαµβάνουν τη φιλοτέχνησή τους και οι αφίσες αυτές κυκλοφορούν σε όλη την Ελλάδα κατά τη διάρκεια του Ελληνοϊταλικού πολέμου (1940-41).
Στην περίοδο της Κατοχής (1941-44) και του Εµφυλίου (1944-47) πολλοί ζωγράφοι- χαράκτες στρατεύονται στην Αντίσταση και δημιουργούν και παράγουν αφίσες- καλέσματα ενάντια στους κατακτητές, εν µέσω μεγάλων κινδύνων αλλά και πολύ δύσκολων συνθηκών παραγωγής. Μεταπολεµικά, η πρώτη συγκροτηµένη παραγωγή αφισών γίνεται το 1946, µε την ανάθεση από τον Ελληνικό Οργανισµό Τουρισµού σε µια οµάδα γνωστών καλλιτεχνών (Σπύρος Βασιλείου, Παναγιώτης Τέτσης, Γιάννης Μόραλης, Περικλής Βυζάντιος, Λάµπρος Ορφανός κ.ά.) της δηµιουργίας µιας σειράς αφισών για την τουριστική προβολή της Ελλάδας. Από τη δεκαετία του 1960, η φιλοτέχνηση και παραγωγή αφισών γίνεται πιο συστηµατική, αφ’ ενός µεν µε τη δηµιουργία διαφόρων σχολών διακοσμητικών τεχνών (Σχολη Βακαλό, Σχολή Δοξιάδη κ.ά.) όπου δίδασκαν πολλοί γνωστοί καλλιτέχνες της εποχής, αλλά και µε την εµφάνιση των πρώτων ελληνικών διαφηµιστικών εταιριών. Η αφίσα γίνεται και πάλι το κυρίαρχο µέσο προβολής και επικοινωνίας πολλών εκφάνσεων της κοινωνίας: εμπόριο, προϊόντα, πολιτική, κινηματογράφος, θέατρο, φεστιβάλ κ.λπ., περνούν τα μηνύματα τους μέσα από τις αφίσες του Γιώργου Βακιρτζή, του Δημήτρη Μυταρά, του Μιχάλη Κατζουράκη, του Φρέντυ Κάραµποτ, του Γιάννη Μόραλη, του Γιώργου Ανεµογιάννη και πολλών άλλων καλλιτεχνών.
Από τη δεκαετία του 1990 µε τα πρώτα µηνύµατα της παγκοσµιοποίησης και της νέας τάξης πραγμάτων, η επιβολή νέων τεχνολογιών, η ομαδοποίηση αλλά και η µαζικοποίηση της σχέσης «προϊόντος» και «κοινού-αποδέκτη» λειτούργησαν ισοπεδωτικά και είχαν ως αποτέλεσμα την απομάκρυνση της αφίσας από εικαστικές προσεγγίσεις, ενώ παράλληλα οδήγησαν στην αντικατάστασή της από τα τηλεοπτικά σποτ και τις «φλουταρισµένες» γιγαντοαφίσες των εθνικών οδών.
Άρης Δ. Ραπίδης
Επιμελητής Τμήματος Συλλογής Έργων Τέχνης Alpha Bank
[via]